Η ενοχή

Ξαπλωμένη μπροστά μου με τα χέρια ανοιχτά
τα μαλλιά της τα παίρνει ο αέρας
χαμογελάει αινιγματικά προς το μέρος μου
που την κοιτάζω παθητικά.
Αδύνατον να την ξεφορτωθώ.

Είναι η άγνοια που τη φέρνει τώρα εμπρός μου
ή η γνώση;
ή μήπως δεν υπάρχει αιτία και σκοπός;
Ίσως τα πάντα κυλούν ακανόνιστα
κι εμένα μου 'λαχε αυτή, εδώ μπροστά μου,
να με κοιτά επίμονα
και να μου θυμίζει την ενοχή μου.

Ίσως πάλι και να τη βάζω εγώ εδώ 
ώστε όλα να αποκτούν αιτία και σκοπό
και η ενοχή, που λέω ότι με σκοτώνει,
μπορεί ίσως να με τρέφει.

Θα την κοιτώ, για λίγο ακόμα, παθητικά,
όσο ο χρόνος με την ταχύτητα φωτός
θα οδηγεί τους γαλαξίες στο κενό.
Για λίγο μόνο, θα ανεχθώ τον εαυτό μου.

Αρνητικά Φορτία

Εγώ κοιμόμουν κι εσύ παρήγγελνες
τις κοινωνικές αλυσίδες
που βαραίνουν τις πλάτες μου.
Και όταν ξύπνησα,
ένα πουλάκι τραγουδούσε δίπλα στο μαξιλάρι μου
για έναν έρωτα τρελό κι εκφυλισμένο.
Tο ήξερα πως πρέπει να αποτάσσομαι
τον εχθρό χωρίς πολλά πολλά
και με όλη μου τη δύναμη το πάτησα
και έσκασε.
Ξύπνησα κωφή στο νησί των σειρήνων.