Πνιγμένη λογική

Σε κοιτώ απ’ τον πάτο παλιού πηγαδιού
να χαζεύεις τα δέντρα που γέρνουν.
Αν είσαι ακόμη εκεί
ρίξε μου κατά ‘δω ένα λουλούδι.
Ή μάλλον, το φτερό ενός πουλιού,
να κυλάει απαλά σε ελεύθερη πτώση.

Στη νομοτέλεια της φύσης θα πάρω αναπνοή
κι αφού όλα τα λογικά έχουν πνιγεί,
θα μένω εδώ κάτω στο νερό
να σε κοιτάζω από μέσα προς τα έξω
γιατί είσαι ακόμη πιο ωραίος από ‘δω.

Ίσως μια μέρα απ’ αυτές
να έρθει εκεί έξω ένας Φειδίας
και να σου φτιάξει άγαλμα λαμπρό
από ανοξείδωτο ατσάλι.
Κι έτσι που δε θα φοβάσαι πια τις διαβρώσεις,
ελεύθερος και από τους νόμους της χημείας,
μπορεί να πέσεις στο νερό και να με σώσεις.

Αντικατοπτρισμοί

Στ’ ακρωτήρι της φύσης έχω χτίσει σπηλιά
για να κάθομαι εκεί το πρωί
και να βλέπω τα γρανάζια του κόσμου γυμνά
να γυρνούν ρυθμικά κουρδισμένα.
Σαν δείκτης που γυρίζει θα επιστρέψω νοερά
στα χρόνια του φυσικού ανθρώπου,
-Ίσως να υπήρξα κάποτε τέτοιος κι εγώ-
και θα σκεφτώ, πόσο από τον εαυτό μου ζει
στο σημερινό απείκασμά μου.
Πίσω από τον καθρέφτη που κοιτώ, υπάρχει βεβαιότατα ένα άλλο εγώ.
Και αυτό που κρατάς στα χέρια σου και γιορτάζεις με πάθος;
Και αυτό ακόμα ίσως δεν είναι αληθινό.
Κάποιο από τα είδωλά μου θα πρέπει να είναι το πιο πειστικό.
Κάποιο απ' όλα θα ξέρει
ποιό να διαλέξω, πως να πορευτώ.