Τόσος κόσμος που πηγαίνει;

Φαντάσου τη στην άκρη του δρόμου να περιμένει για να περάσει απέναντι: μακριά ντελικάτα πόδια, φίνα γοβάκια, αδύνατα δάχτυλα σε στάση προσοχής. Μαύρα μαλλιά στους ώμους και μάτια μαύρα, κοιτάζουν μπροστά το φανάρι. Ξαφνικά από δεξιά εμφανίζονται μερικοί περαστικοί με βήμα βιαστικό. Έπειτα κι άλλοι, κι άλλοι...
παιδιά πάνω στα πατίνια τους, κι άλλα με μια ρόδα στο χέρι,
γέροι φορτωμένοι πάνω στις μαγκούρες τους,
γυναίκες με παιδιά στην κοιλιά,
κοπέλες με φωνή αηδονιού,
χορευτές με λυγερά κορμιά,
όλοι περνούν από μπροστά της... ένα χαρούμενο τσούρμο που φαίνεται σίγουρο.
Αυτή έβγαλε τα παπούτσια της στο πεζοδρόμιο και τους ακολούθησε με ελαφρύ τριποδισμό χωρίς να το σκεφτεί.
Ούτως ή άλλως δεν είχε προορισμό.

Το φανάρι άναψε πράσινο και μετά κόκκινο ξανά, υπακούοντας μάταια σε μια άχρηστη κανονικότητα.


3 σχόλια:

  1. "Σε μεμονωμένες και σπάνιες περιπτώσεις μια τέτοια θέληση για αλήθεια, κάποιο ακραίο και ριψοκίνδυνο θάρρος [...] μπορεί πράγματι να παίζει ρόλο και τελικά να προτιμούν μια χούφτα "βεβαιότητες" απο ένα ολόκληρο αμάξι φορτωμένο με ωραίες δυνατότητες [...] Πολύ λίγοι είναι φτιαγμένοι για ανεξαρτησία - είναι ένα προνόμιο των δυνατών".

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Εγώ πάντα θαύμαζα τους ανεξάρτητους γιατί πάντα ήμουν εξαρτημένη. Δεν υπήρξα ποτέ δυνατή! Ανίκανοι να δοθούν, πιθανότατα, αλλά φαντάζει ωραία η ανικανότητά του ενός άκρου του εκκρεμούς στο άλλο! Ιδιάίτερα όταν ξέρω οτι απο τη δική μου μεριά δεν υπάρχει τίποτα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή